21 Φεβρουαρίου 2008

Δύο

(αναδημοσίευση από «αλλού»)

Γνωρίστηκαν σ' ένα πάρτι γενεθλίων. Με μια φίλη του είχε πάει Αυτός, η οποία του είπε, με νόημα, ότι θα 'χει κι άλλα αγόρια εκεί κι Εκείνος πήγε μετά από πρόσκληση του εορτάζοντος.

Αν γνωριζόντουσαν οπουδήποτε αλλού, κανείς απ' τους δυο δεν θα 'χε την παραμικρή ιδέα για την σεξουαλικότητα του άλλου. Όμως λίγο το ψιθύρισμα της φίλης, λίγο οι παραινέσεις του γιορτάρη, γνωρίστηκαν και άρχισαν να μιλούν.

Όσο περνούσε η ώρα, τόσο περισσότερο καταλάβαιναν ότι ταίριαζαν. Κι όσο περισσότερο ταίριαζαν, τόσο περισσότερο αγνοούσαν τους υπόλοιπους παρευρισκομένους. Τα βρήκαν σε όλα. Σε όλους τους τομείς. Μουσική. Αθλητισμός. Θέατρο. Χόμπι. Βιβλία. Κινηματογράφος. Ακόμα και στο σεξ.

Η ώρα περνούσε. Ο κόσμος αραίωνε. Αποχαιρετούσαν σιγά σιγά τον οικοδεσπότη και πήγαινάν σπιτάκια τους. Οι δυο τους όμως, ούτε που κατάλαβαν για πότε έμειναν μόνοι στο σαλόνι. Για πότε ο εορτάζοντας άρχισε να συμμαζεύει το σπίτι. Για πότε η φίλη πήγε να τον βοηθήσει στην κουζίνα με τα πιάτα. Ο κόσμος τους όλος ήταν στα μάτια του συνομιλητή τους. Είχαν βυθιστεί ο ένας στην ψυχή του άλλου.

Κάποια στιγμή η μουσική έσβησε. Τα φώτα άναψαν. Ένα διακριτικό βήξιμο ακούστηκε από την άλλη άκρη του σαλονιού. Ο ένας κοκκίνισε αμέσως. Ο άλλος χαμογέλασε κάτω απ τα μαύρα μουστάκια του. Μετά έβαλαν και οι δυο τα γέλια.

«Τι έγινε παιδιά; Όλα καλά;» είπε ο γιορτάρης.

«Όλα μια χαρά!» είπε ο μυστακιοφόρος.

Η φίλη είχε φύγει κάνα δεκάλεπτο πριν.

«Ώρα να πηγαίνω κι εγώ σιγά σιγά...» είπε ο ντροπαλός.

«Πως θα πας σπίτι σου;» τον ρώτησε ο άλλος.

Σαν καλός οικοδεσπότης, ο τρίτος είπε «Μπορείς να μείνεις εδώ ρε άμα θες.»

«Όχι, είναι εντάξει. Θα πάρω ένα ταξί και θα πάω σπίτι.»

«Έλα τώρα ρε συ, θα σε πάω εγώ.» του χαμογέλασε ο άλλος.

Με ένα χαμόγελο κι ένα κοκκίνισμα, η πρόταση έγινε αποδεκτή.

Αφού έπεσαν οι καληνύχτες, οι δυο άντρες μπήκαν στο ασανσέρ. Στον κλειστό χώρο, τα δυο κορμιά ήρθαν κοντά, πολύ κοντά. Και επήλθε μια άβολη σιωπή. Αλλά κανείς δεν έκανε κίνηση.

Στη διαδρομή τα παιδιά μίλαγαν περί ανέμων και υδάτων. Ποτέ άλλοτε, είκοσι λεπτά δεν πέρασαν τόσο γρήγορα.

«Εδώ μένω. Μπορείς να σταματήσεις δίπλα απ’ το κίτρινο αυτοκίνητο.»

Ο άλλος τον κοίταζε έντονα στα μάτια. «Σ’ ευχαριστώ πολύ. Πέρασα υπέροχα.»

«Μα κι εγώ!»

«Καληνύχτα σου!»

«Καληνύχτα.»

Ανοίγει την πόρτα και στο τσακ πριν βγει ακούει «Επ! Περίμενε λίγο.»

Γυρνάει και πριν προλάβει να καταλάβει τι γίνεται, να σου που πέφτει το φιλί στο μάγουλο. Η καρδιά του να πάει να σπάσει. Η αναπνοή του να ’ρχεται με ταχύτατους ρυθμούς. Κοιτάει τον άλλον να του χαμογελάει και βγαίνει βιαστικά απ’ το αμάξι. «Ευτυχώς που δεν έγινε τίποτα άλλο...» σκέφτηκε.

«Τι; Δεν πήρες τηλέφωνο; Μα καλά, πόσο μαλάκας είσαι;» του είπε ο κολλητός την επομένη το πρωί. Και μετά κι άλλο βρισίδι. Δεν είχε τι να απαντήσει. Λίγο ότι ήταν πάντα του ντροπαλός. Λίγο ότι ένοιωθε πολύ περήφανος για να τα κάνει αυτά. Λίγο ότι δεν ένοιωθε σίγουρος. Λίγο απ’ όλα και αρκετό από κανένα.

«Τουλάχιστον έχεις τρόπο να τον βρεις, σωστά; Να πάρεις την φίλη σου να ζητήσει απ’ τον τυπά που έκανε το πάρτι το τηλέφωνό του, ρε! Ακούς, ρε; Ακούς;»

Δεν άκουγε. Το μυαλό του είχε θολώσει. Τα μάτια του είχαν μαυρίσει. Τα αυτιά του είχαν κλείσει. Μετά από λίγο έκλεισε και το τηλέφωνο.

Στο άλλο σπίτι ο άλλος να ακούει «Αν δεν ήσουνα δυο κεφάλια ψηλότερός μου μαλάκα, θα σου ’ριχνα πολύ άγριες φάπες, ακούς;»

Και στο καπάκι «Κοίτα ρε να αφήνει τέτοιο αγόρι να του ξεφύγει! Κι εμείς να τα ψάχνουμε με το κεράκι...»

«Άμα ήθελε, ας το ζήταγε αυτός! Ορίστε μας! Θα μου τα πρήζετε πολύ ώρα ακόμη; Καλά καλά δεν έχει ανοίξει το μάτι μου και σας έχω και γκαρίζετε κι από πάνω! Για καφέ σας κάλεσα, όχι για κήρυγμα.»

«Σιγά το πρήξιμο ρε! Άμα είχες αρχίδια, θα του όρμαγες ρεεεε!»

Όλα κι όλα, αλλά αυτό δεν μπορούσε να το αφήσει να περάσει έτσι. Κατεβάζει αμέσως το σώβρακο και λέει «Τα βλέπεις ρε, ή θες να στα φέρω πάνω στη μούρη σου για να το διαπιστώσεις;»

Οι δυο φίλοι του ξεράθηκαν στα γέλια. Ο ένας μάλιστα τον πείραζε «Ω ναι παιδαρά μου! Δώσε μου τ’ αρχίδια σου! Πω πω τι μεγάλα που είναι!» και γέλασε ακόμα πιο δυνατά.

Νευριασμένος μάζεψε τα «οικογενειακά κειμήλια» και πήγε στην κουζίνα να φτιάξει καφέ. Τα χαχανητά των φίλων του ακούγονταν ως εκεί και του τρυπούσαν τ’ αυτιά. Γιατί δεν ζήτησε να συναντηθούν; Γιατί δεν πήρε έστω το τηλέφωνό του; Από την άλλη, ήξερε που έμενε. Αφού αυτός τον πήγε σπίτι του. Αλλά σε ποια πολυκατοικία; Σε ποιον όροφο; Σκατά τα ’κανε πάλι! Όσες φορές είχε απλά καύλες, μια χαρά τα κατάφερνε. Μέτραγε δεκάδες εμπειρίες, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Άμα τον ενδιέφερε όμως ο άλλος, αντιδρούσε λες κι ήτανε η πρώτη του φορά.

Ο καιρός πέρασε. Η δουλειά του ενός και τα μαθήματα του άλλου, τους κρατούσαν απορροφημένους και απασχολημένους. Κι όταν δεν ήταν απορροφημένοι με αυτά, σκεφτόντουσαν ο ένας τον άλλον. Αλλά οι παρέες, οι φίλοι, οι οικογένειες, τους αποσπούσαν την προσοχή. Κι όταν δεν τους την αποσπούσαν, σκεφτόντουσαν ο ένας τον άλλον. Τα γυμναστήρια, οι καφέδες, τα σινεμά, τα κλαμπ, τους γέμιζαν τις ώρες τους. Κι όταν είχαν άδειες ώρες, σκεφτόντουσαν ο ένας τον άλλον.

Ο χρόνος, αμείλικτος όπως πάντα, έλιωσε τα χιόνια, πρασίνισε τα πάρκα, έφερε τα χελιδόνια, άνθισε τα λουλούδια, ανέβασε τις θερμοκρασίες. Αλλά στο μυαλό και των δυο τους ερχόταν πάντα ο άλλος.

Τα σακάκια φυλάχτηκαν, τα παλτά μπήκαν στο σπα ναφθαλίνης, οι πετσέτες θαλάσσης βγήκαν και πλύθηκαν και λιάστηκαν. Αλλά ο ένας δεν έβγαινε από το μυαλό του άλλου και ο άλλος δεν έβγαινε από το μυαλό του πρώτου.

«Θα περάσω στις 11 να σε πάρω να πάμε παραλία και δεν το συζητώ, ακούς;»

«Είπαμε με τα παιδιά να πάμε για κολύμπι και θα ’ρθεις, θέλοντας και μη!»

Και με αυτές τις δυο προτάσεις, στήθηκε το σκηνικό για την επόμενη συνάντηση τους.

ΥΓ1: Αυτή είναι μια ιστορία και μόνο μια ιστορία και απλά μια ιστορία και τίποτα άλλο από μια ιστορία. Δεν υπάρχουν κρυμμένα νοήματα, ούτε μηνύματα, ούτε παθήματα.
ΥΓ2: Όπως λέει και ένας γνωστός μου «Persons attempting to find a motive in this narrative will be prosecuted; persons attempting to find a moral in it will be banished; persons attempting to find a plot in it will be shot.»
ΥΓ3: Είναι μια φανταστική ιστορία. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα, είτε εν ζωή είτε όχι, είναι απολύτως συμπτωματική.
ΥΓ4: Κανένα ζώο δεν πληγώθηκε ή κακομεταχειρίστηκε ή θανατώθηκε σε αυτή την ιστορία. Κατέχω πιστοποιητικό της Εταιρείας Προστασίας Ζώων και είναι στην διάθεση οποιουδήποτε επιθυμεί να το εξετάσει.
ΥΓ5: Το καλόν το πράμαν αρκεί να φανεί.
ΥΓ6: (διαγραμμένο)
ΥΓ7: το δεύτερο μέρος την επόμενη βδομάδα.

3 σχόλια:

Hfaistiwnas είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Hfaistiwnas είπε...

Κάτι μου θυμίζει....

Αρκούρης είπε...

για να δούμε πόσο καλή μνήμη έχεις τελικά ;)