Αυτό το όνομα νομίζω της πάει. Και γλύκα είναι, και στρουμπουλή είναι, και σε λιβάδι την βρήκα, και απίστευτη πλάκα έχει. Και χαδιάρα, χαδιάρα πολύ, μέχρι σκασμού. Κάτι λίγο όπως Εκείνον, αλλά όχι ακριβώς σε αυτό τον βαθμό. Και σίγουρα, ούτε φιλάει όπως Εκείνος. Ούτε καν δαγκώνει όπως Εκείνος.
Με ξύπνησε σήμερα στις 5.55. Δηλαδή, πέντε λεπτά πριν το ξυπνητήρι. Τελικά το κόβω να πέφτει σε παντελή αχρηστία το ξυπνητηράκι μου. Με δυο πόδια πάνω στο κρεβάτι και τη μουσούδα της να με κοιτάει επίμονα, είναι να μη σηκωθεί κανείς πάραυτα? Μετά τα πρώτα χαδάκια, ντύνομαι και πάμε στην κουζίνα. Αυτή κατευθείαν στην πόρτα. «Να μην πιω πρώτα λίγο χυμό γκρέιπφρουτ κυρία Ζούμπη?» Μου ρίχνει μια απαξιωτική ματιά και γυρνάει την πλάτη σε μένα, συνεχίζοντας να κοιτάει την πόρτα.
Πάω κοντά της με το λουράκι της. Αυτή να τρελαίνεται και να κουνάει την υποτυπώδη ουρά της μανιασμένα. Δεν δέχεται όμως να της το φορέσω. «Τι θα γίνει κυρία? Πως θα βγούμε έξω δίχως λουρί? Το ξερς ότι έχεις τρομοκρατική όψη. Άσε το ότι εγώ σε βρίσκω πανέμορφη. Δε γίνεται, το λουράκι θα μπει για να βγούμε βόλτα.» Κάθεται υπομονετικά να της το φορέσω. Με το που ανοίγει η πόρτα πετάγεται χείμαρρος έξω.
Αφού κατουρήσει σε όλα τα δεντράκια του δρόμου, προχωράμε στα αδειανά οικόπεδα της περιοχής για να ρίξουμε κι ένα καλό χέσιμο. «Και τώρα, θα σε δω πόσο καλή είσαι στα κακοτράχαλα τα βουνά!» και κατεβαίνουμε τον μικρό λοφίσκο της περιοχής. Τι τρέλα και τι χαρά, δεν περιγράφεται! Και να με πιάνουν οι σκέψεις. «Μα καλά, εσένα δεν σε έβγαζαν βόλτα καθημερινά? Δεν είχες την ευκαιρία να εξερευνήσεις βράχια και λαγκάδια?» Αλλά το μεγάλο σοκ το παίρνω στον δρόμο της επιστροφής.
Καθώς περνάμε δίπλα από ένα ψηλό τοίχο, η Ζούμπη σκύβει το κεφάλι κατατρομαγμένη και περπατάει με τα πόδια λυγισμένα τέρμα. Η κοιλιά της σχεδόν ακουμπάει το πεζοδρόμιο. «Μα τι είπα? Τι έκανα?» Α την κακομοίρα, θα την είχαν είτε πολύ αυστηρά, είτε με πολλή κακοποίηση... Αισθάνομαι διπλά χαρούμενος που την βρήκα και την περιμάζεψα.
Με το που μπαίνουμε στο σπίτι, πάει κατευθείαν στο μπολ με το νερό της και μετά στο χαλάκι της στην κουζίνα να με κοιτάει με μισό μάτι καθώς ετοιμάζω πρόγευμα. Πάω για ντους και μέχρι να βγω την βρίσκω στο χαλάκι του υπνοδωματίου να ροχαλίζει ήδη! Ντύνομαι ήσυχα και φεύγω.
Το μεσημέρι, με το που μπαίνω στο σπίτι, την βρίσκω σε στάση παιχνιδιού, με τα μπροστινά πόδια να ακουμπάνε πλήρως το πάτωμα και τη μουσούδα να χαμογελάει. Ω ναι, χαμογελάν τα μπουλντόγκ! Τσεκάρω όλο το σπίτι και διαπιστώνω ότι εκτός από όμορφη και πανέξυπνη, η Ζούμπη είναι επίσης και πεντακάθαρη. Καλού κακού όμως, μετά το γεύμα βγαίνουμε έξω και πάμε για βόλτα για να είμαι ήσυχος ότι και το απόγευμα θα βρω το σπίτι καθαρό. Αυτή τη φορά, η βόλτα μας μας πάει σε καινούριες περιοχές. Τις εξερευνά με προσοχή και επιστρέφουμε σπίτι για το καθιερωμένο πια άδειασμα του μπολ με το νερό και ύπνο βαθύ.
Στο δρόμο προς τη δουλειά, περνάω από τις γνωστές μου φίλες στο κατάστημα κατοικίδιων, που χαίρονται με τα νέα μου και εκπλήσσονται κι αυτές με τον τρόπο που αλληλοβρεθήκαμε με την Ζούμπη. Το απόγεμα στο γραφείο περνάει γρήγορα και είμαι πάλι κοντά της κι αυτή πάλι με περιμένει ακριβώς πίσω από την πόρτα στη γνωστή πια χαδιαροπαιχνιδιάρα στάση. Αρχίζω να μαγειρεύω και τη βλέπω να τριγυρνάει ολόκληρη την κουζίνα με τη μύτη ψηλά και να ψάχνει την εστία του μεθυστικού αρώματος. Δε βαριέσαι, για πρώτο βράδυ, θα φάμε το ίδιο φαγητό. Η ξηρά σκυλοτροφή μπορεί να περιμένει!
Αφού βεβαιώνομαι ότι το ρύζι με κρέας έχει κρυώσει ικανοποιητικά, πάω με την κατσαρόλα και με μια ξύλινη κουτάλα πάνω από το μπολ της για να της βάλω να φάει. Αυτή φυσικά να έχει πια ξετρελαθεί με τη μυρωδιά και να τρέχει πίσω μου. Γυρνάω και της λέω «Θα πρέπει να περιμένεις λίγο ακόμη κυρία, δεν έχει κρυώσει ακόμη εντελώς.» αλλά αυτό που αντικρίζω μου παγώνει το αίμα! Όπως με ακολουθούσε, με το που με βλέπει με την κουτάλα στο χέρι, σκύβει πάλι το κεφάλι, το πηγούνι της ακουμπάει στο πάτωμα, μου γυρνάει την πλάτη και αρχίζει να απομακρύνεται σιγά σιγά. «Μα που πας καλή μου? Δικό σου είναι όλο αυτό!» Όσο την ακολουθώ, τόσο φεύγει. Με το που βάζω την κουτάλα στην κατσαρόλα, αλλάζει σχεδόν αμέσως ύφος και τρέχει στο μπολ της! Με την γνωστή λαιμαργία των μπουλντόγκ, το φαγητό εξαφανίζεται σε μερικά δευτερόλεπτα και πριν καν πάω στην κουζίνα είναι από πίσω μου και γλύφει τα χείλη της.
Οι απόψεις μου περί κακοποίησης εδραιώνονται και γίνομαι ακόμα πιο σίγουρος για το ότι δε θα ψάξω καν να βρω το σπίτι της. Θα την κρατήσω κοντά μου!
Αφού δούμε μαζί τηλεόραση και διαβάσουμε λίγο (με συχνές διακοπές για χαδιαρίσματα), κάθομαι στον υπολογιστή να ελέγξω τα μηνύματα μου και να δω την κίνηση Του κι αν έχει γράψει τίποτα καινούριο. Σε λίγο την κάνουμε για ύπνο με πολλή ικανοποίηση. Αυτή σίγουρα βλέπει πράσινα λιβάδια με παχιές αγελάδες και μπόλικα σκυλιά για τρελό παιγνίδι. Εγώ πάλι, το γνωστό πια όνειρο, με δυο άλλα ζωάκια...
17 Φεβρουαρίου 2008
Η ζωή με την Ζούμπη
Ετικέτες
καθημερινά
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)